Sep 15, 2011

ιταλία, όπως ελλάδα

[...] Στο βαθμό που, έξω απ'το θέατρο και την τέχνη, λείπει μια έρευνα, λείπει η εξιστόρηση μιας τραγωδίας, λείπει η χαρτογράφηση μιας πιθανής ευτυχίας, λείπει εκείνος που δίνει ηχώ σε μια κραυγή, λείπει εκείνος που ξαναγράφει τις ιστορίες, εκείνος που βρίσκει τους ενόχους, εκείνος που γράφει τις ειδήσεις, εκείνος που φτιάχνει βιβλιογραφίες από μαρτυρίες, αυτά τα κενά, πληρωμένα απ'το θέατρο, απ'τη λογοτεχνία, παραπέμπουν σε όλη την έκταση που μπορεί να λάβει το πληρωμένο κενό. [...] Στα θέατρα πηγαίνουν για να ακούσουν αυτόν που δεν μπορεί πια να μιλήσει από άλλα μέρη. Στα θέατρα επιλέγει κανείς να συζητήσει για τις νέες διαδρομές, γιατί έχει ανάγκη να κοιτάζει κάποιον κατάματα, να ακούει τις λέξεις να αναπηδούν και να οσμίζεται τους μεν και τους δε. Το παράδοξο που βρίσκει λύση είναι ότι ακριβώς το θέατρο, ένας καθ'ολοκληρίαν τόπος ψέματος, μυθοπλαστικής παράστασης, γίνεται ο τόπος της πιθανής αλήθειας. Της κάθε αλήθειας, κατά συνέπεια.

Η αλήθεια δεν είναι μετρήσιμη: οι παράμετροι, οι αποδείξεις, τα αποτελέσματα των ερευνών δεν λένε ποτέ την αλήθεια, εντούτοις την προσεγγίζουν, την περιχαρακώνουν. Εκείνο που ίσως μπορεί κανείς να εκτιμήσει είναι η δυνατότητα να κατακτηθεί και να διαρθρωθεί η αλήθεια, ο χώρος της, η περίμετρός της, οι συνθήκες στις οποίες γεννάται. Να γίνει αντιληπτός ο χώρος που παραχωρείται  στην έρευνα, στο στοχασμό, στη διαδρομή που ακολουθείται μέχρι να φτάσει κανείς στην αλήθεια, να την τεκμηριώσει, να βρει τον τρόπο να την πει. Και, κυρίως, να βρει τα εργαλεία για να την εστιάσει, να βρει την οπτική γωνία που δεν καθιστά απλό ό,τι είναι σύνθετο, αλλά το καθιστά ορατό και ευεξήγητο. Γιατί η αλήθεια, οποιαδήποτε αλήθεια, πρέπει κατά κύριο λόγο να ερμηνεύεται. Πόσο χώρο καταλαμβάνει σήμερα η αλήθεια, η εξιστόρησή της; Οι πιο κατάφωρες αλήθειες, αλλά και οι πιο κρυφές, καταφέρνουν να αποκαλυφθούν;

[...] Πως να εκτιμήσει κανείς την κατάσταση της αλήθειας στην Ιταλία; Την κατάσταση της δυνατότητας να την πεις, να την εντοπίσεις; Το επίπεδο της σεισμικής αντίληψης της αλήθειας σ'αυτή τη ΄χωρα, ο αδύναμος παλμός της ανιχνεύεται στον καρπό πολλών άγνωστων καταστάσεων, που μόλις τώρα αναφέρονται ακροθιγώς στα τοπικά χρονικά, παραμελημένες σαν απομονωμένες κορυφές: επεισόδια που αγνοεί όποιος ερμηνεύει το διάγραμμα. [...]

Συχνά, όταν οι άλλοι μου μιλούν για την Ιταλία με τα προβλήματα αποδιοργάνωσης, τα γραφειοκρατικά δράματα, την άναρχη δόμηση, την κίνηση που σου ρουφάει το χρόνο και τη ζωή, σαν μια παρακατιανή περιοχή της Ευρώπης που όμως παραμένει πάντα Ευρώπη, νιώθω σαν να ζω σε μια χώρα που δε γνωρίζω. Εγώ γνωρίζω μια χώρα όπου η ζωή του καθενός πληρώνει την απουσία βασικών αρχών. Να αποφασίσεις να μη μεταναστεύσεις. Να αποφασίσεις να ζητήσεις μια υπερωρία χωρίς να απολυθείς, να αποφασίσεις να ανοίξεις ένα κατάστημα χωρίς να πρέπει να προσανατολιστείς αυτόματα σε συγκεκριμένες προμήθειες, να αποφασίσεις να δώσεις τη μαρτυρία σου χωρίς να φοβάσαι τις συνέπειες. Να μπορείς να δουλέψεις σε μια έρευνα χωρίς να έχεις εναντίον σου ολόκληρη την περιοχή. Εκείνο που φαντάζει αυτονόητο οπουδήποτε αλλού, που είναι κατοχυρωμένο ως δικαίωμα, μηχανισμός τον οποίο αποδέχεται κανείς ως default, όπως θα έλεγαν οι πληροφορικάριοι, εδώ δεν έχει αξία. Υπάρχουν μέρη και καταστάσεις όπου δεν είναι δυνατόν να προφέρεις ονόματα, όπου και μόνο το να κοιτάς τη δουλειά σου αρχίζει να γίνεται ένα στοιχείο που σε εκθέτει σε κίνδυνο. Όπου εκείνο που θα έπρεπε να είναι απλό, όπως το να υποδεικνύεις ένα λάθος, να επισημαίνεις μια καταστροφή, να αποφασίζεις να καταγγείλεις ή απλώς να πεις κάτι, να το ζητήσεις, να το απαιτήσεις συνεπάγεται θυσία. Κίνδυνο. Φυγή. Απειλή θανάτου. Αυτό συμβαίνει στην Ιταλία.

Είναι να αναρωτιέται κανείς, κι εγώ το κάνω συχνά, αν πρόκειται για την οργή που μόνο το Κακό μπορεί να δείξει, σαν να προκαλεί στραβισμό στο μάτι, προσανατολίζοντάς το προς κάτι που ζει στα κρυφά και η οργή το ξετρυπώνει. Λες κι αυτό που κάνει το στομάχι σου να γυρίζει, ίδιο μ'ένα τέρας κλεισμένο στο σκοτάδι που δεν καταφέρνει να βρει οδούς διαφυγής, σου επιβάλλει να μη σκέφτεσαι κάτι άλλο, σε καταδικάζει στην εμμονή να σκέφτεσαι όσα δεν μπορείς να εκφράσεις, να σκέφτεσαι πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν δεσμοί ανάμεσα σε εξουσίες όλο και πιο επεκτατικές που δε σου επιτρέπουν να ζεις όπως θα ήθελες. Αλλά το να το αγνοήσεις, να αγνοήσεις όλα αυτά είναι αδύνατον.

Μια καταλανική έκφραση μου έδινε ανέκαθεν το μέτρο για το πόσο δύσκολο είναι να ανιχνεύσει κανείς την αλήθεια: "Όταν υπάρχει πλημμύρα, το πρώτο πράγμα που λείπει είναι το πόσιμο νερό". Και μέσα στο χάος των πληροφοριών θέλεις να καταλάβεις πραγματικά τι συμβαίνει. Θέλεις πόσιμο νερό. Πόσο αξίζει η αλήθεια σ'ετούτη τη χώρα; Από που μπορούν να σταχυολογηθούν οι ιστορίες που χαράσσουν το περίγραμμά της; Η προσοχή αποκτά καθοριστική σημασία, γιατί μόνο αυτή επιτρέπει να μη βυθιστούν στη λήθη τα συγκεκριμένα γεγονότα. Αλλά η μόνη προσοχή είναι αυτή της διήγησης.

Το θέατρο μετατρέπει σε φωνή ό,τι είναι λέξη, του δίνει φυσιογνωμία, καλύπτει μ'ένα σάρκινο μανδύα τις λέξεις, χωρίς να τις καταπιέζει, αντιθέτως ξεσκεπάζοντάς τες, δίνοντάς τους επιδερμίδα και συνεπώς καθιστώντας τες ιστορίες ενός τόπου και κάθε τόπου, ένα πρόσωπο για όλα τα πρόσωπα, κι αυτό είναι που η εξουσία, οποιαδήποτε εξουσία, φοβάται περισσότερο. Γιατί πρόσωπα δεν έχουν πια οι εχθροί τους, εχθρός μπορεί να γίνει το κάθε πρόσωπο. Η δύναμη του θεατρικού χώρου ως τόπου που σπάει τη μοναξιά, που επιτρέπει τη διάδοση μιας αλήθειας καμωμένης από τύμπανα και ιδρώτα, από βλέμματα και αδύναμα φώτα, μου φαίνεται σήμερα περισσότερο απ'ό,τι σε άλλες εποχές απαραίτητη. Μια αλήθεια ειπωμένη σε συνθήκες μοναξιάς δεν είναι άλλο από μια εν πολλοίς καταδίκη αυτής της χώρας. Αν όμως αναπηδά πάνω στις γλώσσες των πολλών, αν προστατεύεται από άλλα χείλη, αν γίνεται κοινό γεύμα, παύει να είναι μια αλήθεια και πολλαπλασιάζεται, προσλαμβάνει νέα περιγράμματα, γίνεται πολλαπλή και πλέον δεν αποδίδεται μόνο σε ένα πρόσωπο, σε ένα κείμενο, σε μια φωνή. Και το συμπόσιο, η τράπεζα, το φαγοπότι στο οποίο αυτό μπορεί να συμβεί μου αρέσει να σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να είναι και η σκηνή. Θα χρειαζόταν να απαιτήσουμε να στεγνώσει η διαρκής και υπερβολική προσοχή που δίνεται στις διακηρύξεις των πολιτικών και να δημιουργηθεί χώρος για μια συνεχή και πολυφωνική διήγηση της χώρας. Να απαιτήσουμε να πολλαπλασιαστούν οι διηγήσεις για να τη γνωρίσουμε και να την κατανοήσουμε ως τη μόνη προϋπόθεση για να πάρει κανείς πλήρη υπηκοότητα σε τούτη τη χώρα, για να καταλάβουμε πραγματικά ποιες δυναμικές την κυβερνούν, για να μάθουμε τι συμβαίνει πέρα απ'τις οχλαγωγίες της πολιτικής. [...]

[Ρομπέρτο Σαβιάνο, Και όμως, η αλήθεια υπάρχει, από το τελευταίο βιβλίο του Η ομορφιά και η κόλαση, εκδόσεις Πατάκη, 2011]

Jun 30, 2011

λεφτεριά

[...]

Τη λεφτεριά δεν τη ζητάν με παρακάλια, τήνε παίρνουν,

με τα δικά τους χέρια, μοναχοί.

Αν δεν υπάρχει όξω από σένα, ούτε και μέσα στην ψυχή σου

έργο δικό της θα την βρεις.

Από τους λίγους, που την έχουν, πάρ'τη να τήνε δώσεις σ'όλους

μ'όλους μαζί να τη χαρείς.

Όπου κι αν πάς, θα κουβαλείς τα σίδερα που σου τα βάλαν

οι όμοιοί σου κι όχ'οι ουρανοί.

Όσο μαζέβεις την ψυχή σου, την παρθενιά της για να σώσεις,

τόσο την κάνεις πιο στενή.

Την ύπαρξή σου την οκνή για να πλαταίνεις, να βαθαίνεις,

σμίξε με τον αμέτρητο Αριθμό!

Μέσα στου πόνου, που βογγά, την άσωτη Άβυσσο κατέβα.

Κει θα βρεις της Αλήθειας το Ρυθμό.

Της Ιστορίας το Νόμο ακλούθα πρώτος φωτεινά, δεν έχεις

Μοίρα δικιά σου για οδηγό.

Από τη Βία δε σε λυτρώνουν παρακάλια, καλοσύνη

και το ξετύλιμα τ'αργό

[...]


[Κώστας Βάρναλης, Λεφτεριά]

Jun 8, 2011

Αγάπη για την πατρίδα (μίσος για τους πατριδολάτρες)

Ο κ.Κ. δεν το'κρινε απαραίτητο να ζει σε μια συγκεκριμένη χώρα. Έλεγε: παντού μπορώ να πεινάσω. Κάποτε όμως έλαχε να περνάει από μια πόλη που την είχε κυριεύσει ο εχθρός της χώρας όπου ζούσε. Τον πλησίασε τότε ένας αξιωματικός του εχθρού και τον ανάγκασε να κατέβει από το πεζοδρόμιο. Ο κ.Κ. κατέβηκε και διαπίστωσε ξαφνικά ότι είχε αγανακτήσει ενάντια σ'αυτόν τον άνθρωπο, και μάλιστα όχι μόνο ενάντια στον άνθρωπο μα προπαντός ενάντια στη χώρα που ανήκε ο άνθρωπος αυτός, τόσο, που ευχήθηκε να γίνει ένας σεισμός και να την καταπιεί. Γιατί, ρώτησε ο κ.Κ., έγινα εθνικιστής εκείνη τη στιγμή; Γιατί συνάντησα έναν εθνικιστή. Μα γι'αυτό ακριβώς πρέπει να εξολοθρεύουμε τη βλακεία· γιατί κάνει βλάκες αυτούς που τη συναντούν.

[Μπέρτολτ Μπρεχτ, από τις Ιστορίες του κ.Κόυνερ, η διαλεκτική σαν τρόπος ζωής, εκδόσεις Θεμέλιο]

May 24, 2011

σύνορα

"Δεν χρειάζεται να το σκεφτώ. Όποια κι αν είναι τα προβλήματα που παρουσιάζονται, πάνω απ' όλα βάζω την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Τα σύνορα είναι μια κατάσταση μεταβλητή στους αιώνες και μάλιστα παράγωγο της ενστικτώδους και σκοτεινής πλευράς του ανθρώπου κι όχι επίτευγμα της πνευματικής του ανέλιξης. Για περισσότερα, παραπέμπω στην «Ερώτηση Κρίσεως», μικρό τραγουδάκι που περιλαμβάνεται στον νέο δίσκο. Και να μην ξεχνάμε ότι οφείλουμε την ύπαρξή μας ως είδος στη μετανάστευση".

Θανάσης Παπακωνσταντίνου


[από συνέντευξή του στη lifo, Φλεβάρης 2011]

Apr 9, 2011

πολιτική πορνογραφία

Ο όχλος, παραπλανημένος από απατηλά οφέλη, επιζητεί, συχνά, την καταστροφή του και συγκινείται, εύκολα, απο λαμπρές ελπίδες και απερίσκεπτες υποσχέσεις.

Ο λαός, πρώτ'απόλα, παραπλανημένος από απατηλά αγαθά, επιδιώκει πολλές φορές την αυτοκαταστροφή του, προξενώντας ατελεύτητα κινδύνουες και καταστροφές στις δημοκρατίες, εκτός εάν κάποιος, τον οποίον εμπιστεύεται, τον καθοδηγήσει, ώστε να αντιληφθεί τι είναι καλό και τι κακό γι'αυτόν. Όταν πάλι, κατά κακή τύχη, δεν εμπιστεύεται κανέναν, όπως ενίοτε συμβαίνει, επειδή εξαπατήθηκε στο παρελθόν από γεγονότα ή ανθρώπους, τότε αναπόφευκτα σπέρνει τον όλεθρο.
[...] Από αυτή την απροθυμία να εμπιστευθούν οποιονδήποτε, αποτυγχάνουν οι δημοκρατίες να λάβουν σωστές αποφάσεις (...).
[...] Στρεφόμενοι τώρα στο ερώτημα, για ποια πράγματα είναι εύκολο και ποια δύσκολο να πείσεις κάποιον, πρέπει να διευκρινίσουμε ότι εκείνο για το οποίο πρέπει να τον πείσεις είτε δείχνει, σε πρώτη ματιά, ως σίγουρη ή χαμένη υπόθεση, είτε, πάλι, μπορεί να του φανεί γενναία ή δειλή πράξη. Όταν οι προτάσεις που έχουν τεθεί στην κρίση του λαού δείχνουν να είναι σίγουρες υποθέσεις, μολονότι εμπεριέχουν συγκαλυμμένους κινδύνους, ή δείχνουν τολμηρές, ενώ υποκρύπτουν την καταστροφή της Δημοκρατίας, θα είναι πάντοτε εύκολο να πείσεις τις μάζες να τις υιοθετήσουν. Και, ομοίως, θα είναι πάντοτε δύσκολο να τις πείσεις να υιοθετήσουν μια πορεία που τους φαίνεται άνανδρη ή χωρίς ελπίδα, μολονότι περικλείει ασφάλεια και ηρεμία. [...]

Είναι πολύ εύκολο να διοικήσεις ένα κράτος όπου οι μάζες δεν είναι διεφθαρμένες. Όπου υπάρχει ισότητα είναι αδύνατον να εγκαθιδρύσεις ηγεμονία και όπου δεν υπάρχει είναι αδύνατον να εγκαθιδρύσεις δημοκρατία.

[...] εκείνα τα κράτη, όπου η πολιτική ζωή δεν έχει διαφθαρεί, δεν επιτρέπουν στους πολίτες των να διάγουν ως ευγενείς. Τηρούν, αντιθέτως, τέλεια ισότητα και είναι εξαιρετικά εχθρικοί προς τους άρχοντες και τους ευγενείς που ζουν στην ύπαιθρο. Τόσο εχθρικοί, ώστε αν πέσει κανείς στα χέρια τους, τους μεταχειρίζονται ως πηγές διαφθοράς και πρόξενους ανωμαλίας και τους σκοτώνουν.
Με τον όρο "ευγενείς" εννοώ όσους αργόσχολους ζουν από τις επικαρπίες των κτημάτων τους, χωρίς να ασχολούνται με την καλλιέργειά τους ή όποια άλλη χρήσιμη βιοποριστική απασχόληση. Αυτοί οι άνθρωποι είναι πανούκλα για τις δημοκρατίες, οπουδήποτε. Αλλά πιο ολέθριοι είναι όσοι, εκτός από εισοδήματα, κατέχουν κάστρα και έχουν υπηκόους υπό την εξουσία τους. [...] Αυτοί είναι η αιτιά που δεν στέριωσε καμιά δημοκρατία ή κάποια πολιτική ζωή σ'αυτές τις επαρχίες, γιατί, όσοι γεννιούνται υπ'αυτές τις συνθήκες, είναι εντελώς εχθρικοί σ'οποιαδήποτε μορφή πολιτικής διακυβέρνησης. Καμιά προσπάθεια να στεριώσει δημοκρατία δεν θα μπορούσε να επιτύχει σ'αυτές τις χώρες. Ο μόνος τρόπος να τις ανασυγκροτήσεις, θα ήταν να εγκαθιδρύσεις μοναρχία. Επειδή οι νόμοι δεν επαρκούν για να τις ελ΄γξουν, με υλικό τόσο διεφθαρμένο, είναι ανάγκη δίπλα στους νόμους να έχεις μιαν υπέρτερη δύναμη καταναγκασμού, όπως ένα μονάρχη, με τόσο απόλυτη και συντριπτική ισχύ, ώστε να αναχαιτίζει τις υπερβολικές φιλοδοξίες και τις διεφθαρμένες πρακτικές των ισχυρών.
[...]
1) Όπου είναι πολυάριθμοι οι ευγενείς, αυτός που προτείνει να εγκαθιδρυθεί η δημοκρατία, για να επιτύχει, πρέπει προηγουμένως να απαλλαγεί απ'αυτούς.
2) Όπου επικρατεί αξιοσημείωτη ισότητα, αυτός που προτείνει να εγκαθιδρυθεί βασιλεία ή ηγεμονία δεν πρόκειται να επιτύχει, παρά μόνο εάν από τους ίσους επιλέξει τα πλέον φιλόδοξα και ανήσυχα πνεύματα και δημιουργήσει μια πραγματική και όχι κατ'όνομα αριστοκρατία, χαρίζοντάς τους κάστρα και υποστατικά, περιουσία, δηλαδή, και υπηκόους. Μ'αυτόν τον τρόπο θα περιβάλλεται απ'αυτούς που θα στηρίζουν την εξουσία του, αφού αυτός θα ικανοποιεί τις φιλοδοξίες τους. Όσο για τους υπόλοιπους, θα εξαναγκασθούν, αποκλειστικά δια της βίας, να φέρουν και να υπομένουν ένα ζυγό.[...]

[Νικολό Μακιαβέλλι, από τη Χειραγώγηση του όχλου, γραμμένο μεταξύ 1500-1527, εκδόσεις Ροές, 2007]

Apr 8, 2011

you and the world

"To be nobody but yourself, in a world which is doing his best, night and day, to make you like everybody else, means to fight the hardest battle that any human being can fight; and never stop fighting".
E.E.Cummings, ποιητής

"In the fight between you and the world, back the world".
Franz Kafka, συγγραφέας

Mar 29, 2011

Για την αλήθεια

Στον κ.Κ., το στοχαστή, πήγε ο μαθητής Τίφ και του είπε: Θέλω να μάθω την αλήθεια.
Ποιαν αλήθεια; Η αλήθεια είναι γνωστή. Θέλεις να μάθεις την αλήθεια για το εμπόριο των ψαριών; Ή μήπως θέλεις να μάθεις την αλήθεια για το φορολογικό σύστημα; Αν μαθαίνοντας την αλήθεια για το εμπόριο των ψαριών πάψεις να πληρώνεις ακριβά τα ψάρια τους, τότε δε θα σου πουν ποτέ την αλήθεια, είπε ο κ.Κ.

[Μπέρτολτ Μπρεχτ, από τις Ιστορίες του κ.Κόυνερ, η διαλεκτική σαν τρόπος ζωής, εκδόσεις Θεμέλιο]

Mar 20, 2011

όταν βλέπεις κάποιον μόνο

"Έγραψε υπέροχα τραγούδια, αλλά με πόση μοναξιά το πλήρωσε... Άξιζε τον κόπο εντέλει; Ναι, άξιζε, γιατί υπάρχει κάτι που θα νικάει πάντα και τη μοναξιά και το θάνατο. Και αυτό το κάτι το είχε ο Μανώλης Ρασούλης".
Διονύσης Σαββόπουλος

"Δύο μέρες τώρα λέω με ό,τι δύναμη μου έχει μείνει πως ο μπαμπάς κάθε άλλο παρά μόνος ήταν. Αν γνωρίζατε το πόσους ανθρώπους είχε γύρω του που τον λάτρευαν και τους λάτρευε, θα τρομάζατε. [...] ο θάνατος του ΔΕΝ ήταν μοναχικός. Ήταν ατυχής. [...] Σε όλη μου τη ζωή τον θυμάμαι με μία βαλίτσα στο χέρι να ταξιδεύει και να "χάνεται" σε διάφορα χωριά και ακόμα πιο πολύ σε διάφορα παραλιακά μέρη της Κρήτης που του άρεσαν πιο πολύ. [...] Οι μικρές απομονώσεις του πατέρα μου ήταν τόσο συχνές που οι πολύ δικοί του άνθρωποι πολλές φορές διαμαρτύρονταν οτι δεν γίνεται να εξαφανίζεται έτσι, γιατί πολλές φορές είχαν να του πούν και πιο επείγοντα πράγματα. [...] Αυτή τη φορά στράβωσε εντελώς η κατάσταση. Ήμασταν όλοι έτσι τοποθετημένο,ι που κανείς δεν έβρισκε κανέναν. Εκείνος στη Θεσσαλονίκη, εμείς όλοι στην Αθήνα και οι πιο κοντινοί του άνθρωποι στη συμπρωτεύουσα, και αυτοί Αθήνα και εκτός πόλεως. Μίλησε μια μέρα πριν φύγει με τον άντρα μου στο τηλέφωνο. Έπαιρνε κατ'ευθείαν εκείνον για να αποφύγει να αφήνει πάλι μηνύματα στον τηλεφωνητή μου. Ήταν κεφάτος Δεν φαντάστηκε κ εκείνος οτι ο πόνος που ένιωθε τον τελευταίο καιρό στην πλάτη προερχόταν απο την καρδιά και έκανε κάποιες φορές Σιάτσου για να μην πονάει νομίζοντας οτι είναι μυοσκελετικό το θέμα. Την άλλη μέρα απο το τηλεφώνημα, ήταν ευδιάθετος και όπως πάντα με παρέα για εσπρέσσο, σινεμά και το βράδυ για φαγητό. Εκείνος πήγε στο σπίτι του και οι υπόλοιποι εκτός Θεσσαλονίκης. Έκλεισε το κινητό. Πάντα το έκλεινε για να κοιμηθεί. Και αν είμασταν τυχεροί, το φόρτιζε κ όλας. Κανένας δεν ανησύχησε ιδιαίτερα για την άλλη μία εβδομάδα που δεν άνοιγε το κινητό. Η φίλη που τον βρήκε, δεν είχε ζήσει την συχνότητα των μικρών διαφυγών του. Τα υπόλοιπα τα ξέρετε. Ο μπαμπάς δεν ήταν καθόλου μόνος του".

Ναταλί Ρασούλη


"Όταν βλέπεις κάποιον μόνο να δολοφονεί το χρόνο
στάσου στη γωνιά.
Ίσως να 'χει βρει το δρόμο, να'δε στην φθορά τον κόσμο
και γι' αυτό πονά.
[...]
Όταν βλέπεις κάποιον μόνο, μπορεί να 'χει εχθρό τον πόνο,
να γελά βαθιά.
Μέσα στης ζωής το βύθος, οι μονάχοι είναι πλήθος,
μέτρα τους σωστά".
Μανώλης Ρασούλης

(από το μονόλογο του καθηγητή Πρινσάρ)

"[...] Είναι ασφαλώς σύνηθες να θαυμάζουμε κάθε μέρα αρχικλεφταράδες, τη χλιδή των οποίων προσκυνούν οι πάντες, μαζί κι εμείς, που η ύπαρξή τους, ωστόσο, αποδεικνύεται, αν την καλοεξετάσεις, έγκλημα διαρκείας που καθημερινά ανανεώνεται, πλην όμως αυτοί οι άνθρωποι απολαμβάνουν δόξα, τιμές και εξουσία, τα κακουργήματά τους έχουν θεσπιστεί δια νόμου, ενώ, όσο μακριά κι αν ανατρέξουμε στην ιστορία -και ξέρεις ότι με πληρώνουν για να τη γνωρίζω- όλα δείχνουν πως μια ανώδυνη μικροκλοπή, και κυρίως ευτελών τροφίμων, σαν το ξεροκόμματο, το σαλάμι ή το τυρί, επισύρει ανελλιπώς στον δράστη το δημόσιο όνειδος, την κατηγορηματική απόρριψη της κοινότητας, τις έσχατες ποινές, την αυτόματη ατίμωση και την ανεξιλέωτη καταισχύνη, κι αυτό για δύο λόγους, πρώτον γιατί ο δράστης τέτοιων κακουργημάτων είναι κατά κανόνα φτώχος, κι αυτή η κατάσταση υποδηλώνει από μόνη της μια κεφαλαιώδη ατιμία, και δεύτερον γιατί η πράξη του εμπεριέχει ένα είδος σιωπηρής μομφής προς την κοινότητα. Η κλοπή του φτωχού γίνεται μια δόλια ατομική επανόρθωση, με καταλαβαίνεις;... Πού πάμε; Κι έτσι, η πάταξη των μικροκλοπών εφαρμόζεται, σημείωσε, απανταχού της γης, με άκρα δριμύτητα όχι μόνο ως μέσον κοιωνικής άμυνας, αλλά επιπροσθέτως και κυρίως ως αυστηρή σύσταση προς άπαντες τους δυστυχείς να μένουν στη θέση τους και στην κάστα τους, φρόνιμοι, χαρωπά καταδικασμένοι να ψοφάνε ανά τους αιώνας και επ'άπειρον από πείνα και μιζέρια...[...]"

[Λ.Φ.Σελίν, απόσπασμα από το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας, του 1932, εκδόσεις Εστία, 2008]

Feb 17, 2011

για το φόβο

"Ο 17ος αιώνας ήταν ο αιώνας των μαθηματικών, ο 18ος των φυσικών επιστημών και ο 19ος της βιολογίας. Ο 20ός αιώνας μας είναι ο αιώνας του φόβου. Θα μου πείτε πως ο φόβοος δεν είναι επιστήμη. Αρχικά, όμως, η επιστήμη έχει κάποια υπευθυνότητα στην περίπτωση, αφού οι τελευταίες θεωρητικές πρόοδοί της την οδήγησαν ν'αρνηθεί την ίδια της τη φύση, κι αφού τα πρακτικά επιτεύγματά της απειλούν το σύμπαν με καταστροφή. Επιπλέον, αν ο φόβος δεν μπορεί να θεωρηθεί επιστήμη, είναι, χωρίς αμφιβολία, μια τεχνική.

Αυτό που ξαφνιάζει, πράγματι, στον κόσμο που ζούμε είναι, πρώτα απ'όλα και γενικά, ότι οι περισσότεροι άνθρωποι (εκτός από τους πιστούς κάθε είδους) δεν έχουν μέλλον. Δεν υπάρχει αξιόλογη ζωή χωρίς προβολή στο μέλλον, χωρίς ελπίδα ωρίμανσης και προόδου. [...]
Δεν είναι, φυσικά, η πρώτη φορά που οι άνθρωποι βρίσκονται μπροστά σ'ένα μέλλον υλικά αδιέξοδο. Παλιά όμως θριάμβευαν, συνήθως χάρη στο λόγο και στη φωνή. Επικαλούνταν άλλες αξίες που εμψύχωναν τις προσδοκίες τους. Σήμερα, κανείς δεν μιλά πια (εκτός από κείνους που επαναλαμβάνονται), επειδή ο κόσμος μοιάζει να οδηγείται από τυφλές και κουφές δυνάμεις που δεν θ'ακούσουν τις προειδοποιητικές κραυγές, ούτε τις συμβουλές, ούτε τις παρακλήσεις. Κάτι έσπασε μέσα μας μετά από το θέαμα των χρόνων που μόλις ζήσαμε. Κάτι σαν την αιώνια εμπιστοσύνη του ανθρώπου, που τον έκανε πάντα να πιστεύει ότι μπορούσε να περιμένει από το συνάνθρωπό του αντιδράσεις ανθρώπινες, μιλώντας του τη γλώσσα της ανθρωπιάς. Είδαμε ψεύδη, εξευτελισμούς, φόνους, εξορίες, βασανιστήρια, και κάθε φορά ήταν αδύνατο να πείσουμε εκείνους που τα διέπρατταν να μην το κάνουν, επειδή ήταν σίγουροι για τις πράξεις τους κι επειδή δεν πείθεις κάτι το αφηρημένο, δηλαδή τον αντιπρόσωπο μιας ιδεολογίας.

Ο μακρύς διάλογος των ανθρώπων σταμάτησε. Κι όπως είναι φυσικό, αν δεν μπορούμε να πείσουμε κάποιον, αυτός προκαλεί φόβο. [...] Ζούμε μέσα στον τρόμο γιατί η πειθώ έχει χάσει τη δύναμή της, γιατί ο άνθρωπος παραδόθηκε ολοκληρωτικά στην ιστορία και δεν μπορεί πλέον να στραφεί προς εκείνη την πλευρά του εαυτού του, το ίδιο αληθινή όπως και η ιστορική πλευρά, την οποία ξαναβρίσκει μπροστά στην ομορφιά του κόσμου και των προσώπων. Γιατί ζούμε στον κόσμο του αφηρημένου, τον κόσμο των γραφείων και των μηχανών, των απόλυτων ιδεών και του δύσκαμπτου μεσσιανισμού. Ασφυκτιούμε ανάμεσα σε ανθρώπους που πιστεύουν ότι έχουν απόλυτο δίκιο, είτε πρόκειται για τη μηχανή τους είτε για τις ιδέες τους. Και, για όλους εκείνους που ζουν μόνο με το διάλογο και τη φιλία των ανθρώπων, τούτη η σιωπή είναι το τέλος του κόσμου.
[...]
Μεταξύ των ισχυρών, αυτοί είναι άνθρωποι χωρίς βασίλειο. Δεν θα μπορέσουν να επιτρέψουν στην άποψή τους ν'αναγνωριστεί (δεν λέω να θριαμβεύσει, αλλά ν'αναγνωριστεί), και δεν θα μπορέσουν να ξαναβρούν την πατρίδα τους παρά μόνο όταν θα συνειδητοποιήσουν τι ακριβώς θέλουν και το εκφράσουν απλά και δυνατά έτσι ώστε τα λόγια τους να καταφέρουν να δέσουν σφιχτά μια δέσμη ενεργειών. Κι επειδή ο φόβος δεν είναι η κατάλληλη ατμόσφαιρα για τη σωστή σκέψη, θα χρειαστεί επομένως, πρώτα απ'όλα, να είναι εντάξει με το φόβο.

Και για να είναι εντάξει μ'αυτόν, πρέπει να κατανοήσουν τι σημαίνει και τι αρνείται. [...]"

[Αλμπέρ Καμύ, Ο αιώνας του φόβου, δημοσιευμένο το 1945, από την έκδοση με κείμενά του Σκέψεις για την τρομοκρατία, εκδόσεις Καστανιώτη, 2003]

*τα τονισμένα αποσπάσματα έχουν υποδειχθεί από μένα

Feb 4, 2011

με τα λόγια του Καρούζου

ΣΤΑΘΜΙΖΟΝΤΑΣ Ή ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ
Παράξενο μα η ζωή αστράφτει περισσότερο πιστεύω
στην εξαθλίωση
λεπταίνει ο χρόνος, εξοντώνει η πικρή πολύφυλλη απουσία
τα δευτερόλεπτα στα τέρματα των αριθμών ωσάν μικρόβια.
Ήτανε, λέει, δουλειά μας η ποίηση κι αφήναμε την αλήθεια
να τρέχει απ'το χαλασμένο καζανάκι.

[Νίκος Καρούζος, από τη συλλογή Δυνατότητες και χρήση της ομιλίας, 1979]

ΚΙ ΑΛΛΕΣ ΑΚΟΜΗ ΛΕΞΕΙΣ
Το έξω δε μας φταίει τίποτα
το προς τα έξω μάς φταίει.
Μέσ' στους καθρέφτες των μαγαζιών
ολόξαφνα
το βλέμμα μου γυρίζοντας βλέπω
το βλέμμα μου
την αδιέξοδη ματιά του σφαζόμενου ζώου.
Κι όλα με στέλνουν έρημο στην ερημιά μου.
Μαζεύεται σιγά-σιγά η καταιγίδα.
Σηκώνω τα μάτια και τη βλέπω:
θα ξεσπάσει.

[Νίκος Καρούζος, από τη συλλογή Αναμνηστική λήθη, 1982]

Feb 3, 2011

λέξεις παπάρια νο.3

Το κείμενο του ποινικού εγκληματία Θέμου Αναστασιάδη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα του. Με κάποια λάθη ή παραλείψεις. Πιθανότατα, να το πετσόκοψε η αρχισυνταξία -πολύ πιθανό να της χρωστάει μισθούς, ένσημα ή άλλα τέτοια ασήμαντα νομιμοφανή. Με τη μέθοδο 'για την αποκατάσταση της αλήθειας' που χρησιμοποιούσε ο Μπρεχτ, σας παραθέτω το αυθεντικό, προς χάριν της ενημέρωσης του αναγνωστικού κοινού -όπως είχα κάνει και παλιότερα:

Να ψηφίζουν ΜΟΝΟ οι λαθρομετανάστες στην Ελλάδα [δημοσιευμένος τίτλος]

== Να ψηφίζουμε εμείς οι ποινικοί περισσότερο από τους λαθρομετανάστες == [ο αυθεντικός τίτλος που απορρίφθηκε, λόγω προχωρημένου συντακτικού και υφέρπουσας ειρωνείας την οποία δεν έπιασαν στον κάτω όροφο]

Όταν το Συμβούλιο της Επικρατείας βγάζει αποφάσεις που παγώνουν ολόκληρα αναπτυξιακά έργα για να μην πειραχθεί ένα δεντράκι είναι «καλό και άγιο» για την προοδευτική υποκριτική αριστερά. Ως αναπτυξιακά έργα νοούνται όλες οι παραφυάδες και οι μπετόν απολήξεις των επιχειρηματικών ονειρώξεων του Λαλιώτη, του Βωβού και του Κακλαμάνη, καθώς και μιας παρέας φίλων μου εκδοτών που μαζευόμαστε μετά τα ματς του Γαύρου στο Μικρολίμανο και τα λέμε, πίνοντας grappa και μασουλώντας camembert. Αν δεν είχαμε και αυτή την υποκριτική αριστερά, θα τα'΄χαμε αποψιλώσει όλα τα γαμημένα άχρηστα δεντράκια και θα'χαμε κάνει τώρα χρυσές δουλειές. Κωλοχώρα, δεν καταλαβαίνει τους επιχειρηματίες... Τώρα, λοιπόν, που το ΣτΕ πήρε την άκρως σημαντική ΕΘΝΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (κεφαλαία γράμματα για να καταλαβαίνεις και να εμπεδώνεις τα σημαντικά, ηλίθιε αναγνώστη μου) να μην επιτραπεί η ΨΗΦΟΣ των αλλοδαπών στις εκλογές, χάριν της εθνικής ΟΜΟΙΟΓΕΝΕΙΑΣ (πάλι κεφαλαία, γιατί με μικρά θα το προσπερνούσες, αφού είναι ακατανόητη έννοια -ενώ με κεφαλαία σου εντυπώνεται χωρίς να χρειάζεται να την καταλάβεις) το λένε αντιδραστικό και φασιστικό. Ευτυχώς βέβαια, γιατί κανονικά θα'πρεπε να τα λένε για μένα που γράφω τέτοιους εμετούς και περνάνε απαρατήρητοι. Και έτσι έχω γλιτώσει πολύ γιαούρτι και σκατό.


Jan 3, 2011

IV

Μην κοιτάζεις το δρόμο. Ακολούθησέ τον. Αλλά πως να τον ακολουθήσω και μέχρι πού; Να τον ακολουθήσω σαν αυτούς που έρχονται από την πόλη ή πάνε σ'αυτήν, σαν αυτούς που φεύγουν ή αυτούς που επιστρέφουν, σαν αυτούς που έρχονται να δουν και να ακούσουν ή σαν αυτούς που φεύγουν κουρασμένοι απ'όσα είδαν και άκουσαν; Σαν ποιους απ'όλους αυτούς; Ή σαν τι κοινό σε όλους αυτούς; Ή με ποιον άλλο τρόπο διαφορετικό από όλων αυτών;

Όπως και να'ταν, δεν μπορούσα παρά να φύγω. Όποιο κι αν ήταν το νόημα και η φύση της αγωνίας μου, η ανακούφισή της -και όχι το φάρμακό της, αυτό το ήξερα καλά- ήταν να φύγω, να ακολουθήσω εκείνο το δρόμο μέχρις εκεί που ήθελε το Πεπρωμένο. Γιατί, για ποιο σκοπό, αναζητώντας τι; Δεν ήξερα τίποτα περισσότερο απ'ό,τι ήξερα και για το νόημα και τη φύση της αγωνίας μου.


[Φερνάντο Πεσσόα, απόσπασμα από το διήγημα Ο Οδοιπόρος]