Mar 31, 2009

ψυχαναγκα(λια)σμός

Ναι, και όταν νομίζεις πως έχει στερέψει
Ό,τι κι αν έχει στερέψει,
Πρέπει να μην αφήνεις την τελευταία σταγόνα να δραπετεύσει
ή να ξεραθεί
Αυτή είναι που θα σε ξεδιψάσει
Τότε
Όταν χρειαστεί βρε παιδί μου

Ναι, πάντα υπάρχουν πρέπει
Γιατί δεν γίνεται να αφήσεις τον εαυτό σου στον άνεμο
Έρμαιο και απροστάτευτο
Ναι, ξέρω, υπάρχουν στιγμές που θέλεις και να τον αφήσεις
Υπάρχουν και στιγμές που πρέπει να τον αφήσεις
Αλλά όχι έτσι και, τέλοσπάντων, άλλη κουβέντα αυτή

Πρέπει να θέλεις
Κανείς δεν θα στο πει ποτέ, κανείς δεν θα σ'αναγκάσει
Δεν είναι στις προδιαγραφές, δεν είναι στις απαιτήσεις κανενός
Δεν προκύπτει από πουθενά ως δυνατότητα
Απλά -πως να το κάνουμε- πρέπει να θέλεις
Να θέλεις.

Πρέπει να ποθείς,
Πρέπει να ονειρεύεσαι,
Πρέπει να ερωτεύεσαι
Ναι,
Πρέπει να ερωτεύεσαι,
Ακόμα κι όταν έχει τελειώσει ο έρωτας,
Ακόμα κι όταν νιώθεις την ανάσα του προηγούμενου, αυτού που μόλις τελείωσε, να αφήνει δάκρυα και ανυπόφορους ατμούς πάνω στο σβέρκο και ένα κάψιμο στο λαιμό
Ακόμα κι όταν νομίζεις πως η μέρα κρύφτηκε και είναι πάντα νύχτα,
Ακόμα και όταν ανησυχείς για εκείνη
ή όταν ανησυχείς επειδή δεν υπάρχει εκείνη
ή τρελαίνεσαι επειδή δεν ξέρεις ποια είναι εκείνη
Και δεν έχεις ιδέα ποια μπορεί να είναι εκείνη
Μάθε
Πρέπει να μάθεις
Πρέπει να τη βρεις και να την ερωτευτείς
Ξανά και ξανά
Συνέχεια
Γιατί πρέπει
Πρέπει να είσαι ερωτευμένος

Πρέπει να την αγκαλιάζεις
Πρέπει να μην αφήνεις να περνάει μέρα που να μην μαθαίνει πόσο υπέροχη είναι
Που να μην μαθαίνει ότι κι οι νεράιδες των παραμυθιών κάπως έτσι γεννήθηκαν
Στη φαντασία κάποιων, που έπρεπε να δώσουν μορφή στα πιο τρελά ονειρά τους
ή να κάνουν ακόμα και όνειρο την πιο τρελή πραγματικότητά τους, αυτή που δεν αντέχεται,
τόσο υπέροχη που είναι,
η αβάσταχτη πραγματικότητα

Πρέπει να της τα λες όλα
Ψιθυριστά, στο αυτί της, αλλά όλα
Για τα μάτια της που χαμογελούν και γεμίζουν το δωμάτιο ζέστη
Για το λαιμό της, που ξέρεις πως θα λιποθυμίσεις όταν οι άκρες των δαχτύλων σου τον αγγίξουν και σχηματίσουν αυτή την τόσο μικρή διαδρομή, δέκα εκατοστά περίπου, την τόσο αβάσταχτη
Για τα μαλλιά της, που τ'αγγίζεις και σβήνουν πόλεις ως εκ θαύματος
(από κάποιο ποίημα δεν το πήρα αυτό για τις πόλεις; ναι, αλλά όχι αυτό για τα μαλλιά)
Για τα χέρια της, τα χέρια της, ναι
Το χαμόγελό της
Πρέπει να μπορείς να χάνεις τον κόσμο κάτω από τα πόδια σου όταν χαμογελάει
Πρέπει να...
Πως να το κάνουμε, πρέπει

Πρέπει να είσαι ευτυχισμένος
Πρέπει να το θέλεις
Πρέπει να μπορείς να το βλέπεις

Πρέπει να έχεις μια ιδέα να σου παίρνει το μυαλό
Να σου καίει τα σωθικά και να μη σ'αφήνει ν'ανασάνεις
Να νιώθεις ότι μπορεί και να εκραγείς αν δεν το κάνεις
Να μην υπάρχεις αλλιώς, βρε παιδάκι μου, πως να στο πω
Πρέπει

Πρέπει να πιστεύεις
Πρέπει να βρίσκεις πάντα την πίστη σου
Πρέπει να την ψάχνεις
Και να την ψάχνεις πάντα εκεί που νομίζεις ότι δεν υπάρχει ή όταν είσαι σίγουρος ότι χάθηκε
Εκεί είναι που πρέπει, τότε είναι που πρέπει
Αυτονόητο; Ίσως.
Αλλά να θυμάσαι ότι πρέπει, όχι δύναται. Πρέπει.

Αν υπάρχουν πρέπει,
αυτά είναι τα πρέπει, φιλαράκο
Βασανιστικά, ναι, βασανιστικά πρέπει
Όλα τ'άλλα είναι απλά το οχτάωρό σου, μεροδούλι
Βιοπορισμός και κοινωνικές σύμβασεις
Χασμουρητά δηλαδή
Και χάχανα ίσως

Αφιερώσου επιτέλους στα πρέπει σου
Γιατί πρέπει.

[επιτέλους, άρχισα να ανεβάζω και τα δικά μου]

Mar 17, 2009

(μαύρο)+(κόκκινο)

[...]
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.

[Κατερίνα Γώγου, #3, από τη συλλογή Τρία κλικ αριστερά]

Mar 10, 2009

(κόκκινο)

Η ελευθερία μου είναι στις σόλες
των αλήτικων παπουτσιών μου.
Φέρνω τον κόσμο άνω κάτω.
Μπορώ να σεργιανίσω
ό,τι ώρα μου γουστάρει.
Π.χ. την ώρα που βάζετε τις μασέλες σας
στο ποτηράκι με το νερό πριν κοιμηθείτε
την ώρα που απαυτωνόσαστε
την ώρα που κάνετε το χρέος σας
στα παιδιά σας
στο σωματείο σας
την ώρα που σας έχουν χώσει την ιδέα
πως τρώτε αυγολέμονο
και τρώτε σκατά
μπορώ και περπατάω με τ’αλήτικα παπούτσια μου
πάνω απ’τις στέγες σας
-όχι ρε παιδάκι μου σαν εκείνη
την ηλίθια με τη σκούπα, την Μαίρη Πόπινς-
δεν πιάνετε το κανάλι μου
μόνο όσοι έχουμε το ίδιο μήκος κύματος
ανθρωπάκια χέστες κατά βάθος σας λυπάμαι
αλλά τώρα δε χάνω το χρόνο μου μαζί σας
δεν θέλω παρτίδες με κανέναν σας
η ελευθερία σας
είναι στις σόλες των τρύπιων παπουτσιών μου
θάρθει η ώρα που θα τις γλύφετε
και θα ουρλιάζετε κλαίγοντας «θαύμα θαύμα»
αυτά τα παπούτσια
ποτέ δεν ξεκουράζονται κι ούτε βιάζονται
όταν εγώ καθαρίσω από δω
θα τα φορέσει ο Παύλος, η Μυρτώ, φοράμε το ίδιο νούμερο
δε λυώνουν όσες πρόκες κι αν ρίχνετε στο δρόμο
σας βαράνε στο δόξα πατρί σας
θάρθει η ώρα που θα τρέχετε απεγνωσμένα στο στιλβωτήριο
«συνοδοιπόροι» κι «αποστάτες»
να βάψετε τα δικά σας
μα η μπογιά
δεν θα πιάνει
ό,τι κι αν κάνετε, όσα κι αν δίνετε
τέτοιο άτιμο κόκκινο είναι το κόκκινο το δικό μας.

[Κατερίνα Γώγου, #22, από τη συλλογή Τρία κλικ αριστερά]

Mar 9, 2009

(black)

Άσπρη είναι η αρία φυλή
η σιωπή
τα λευκά κελιά
το ψύχος
το χιόνι
οι άσπρες μπλούζες των γιατρών
τα νεκροσέντονα
η ηρωίνη.
Αυτά λίγο πρόχειρα
για την αποκατάσταση του μαύρου.

[Κατερίνα Γώγου, #11, από τη συλλογή Το ξύλινο παλτό]

Mar 4, 2009

η σκόνη του χρόνου

Πάει. Αυτό είταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
Άρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σούχα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα.
Κι ούτε που θα σε ξαναδώ.

[Κατερίνα Γώγου, #23, από τη συλλογή Ιδιώνυμο]